Ἀνακοινωθέν 15.01.2024
Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, κατά τό Ἱερό Εὐαγγέλιο, τήν Ἱερά Παράδοση καί τούς Ἱερούς Κανόνες, πού καθορίζουν τή διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀναφορικά μέ τόὑπό συζήτηση θέμα τοῦ λεγομένου «γάμου» μεταξύ ὁμόφυλων προσώπων, δηλώνει τά ἑξῆς:
Ὁ Γάμος γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι μυστήριο ἱερό, ὡςἕνωση ψυχοσωματική μεταξύ ἄνδρα καί γυναίκας, μέ σκοπό τόνἁγιασμό τους καί ἀνάγεται στή σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας. «Τό μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστίν, ἐγώ δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν ἐκκλησίαν» (Ἐφ. 5,32).
Τά συστατικά τοῦ θεσμοῦ τῆς οἰκογένειας συνδέονται ἄμεσα μέ τάδιακριτά πρότυπα τοῦ πατέρα καί τῆς μητέρας, ὅπως ἐπιβεβαιώνει ἡ θεϊκή ἐντολή «Τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου» (Ἔξοδ. 20, 12) καί, κατά τοῦτο, τό παιδί ἔχει ἀναφορά σ᾽ αὐτούς. Ὁ ὁποιοσδήποτε οὐδέτερος προσδιορισμός τῶν σχέσεων αὐτῶν καταλύει τόν φυσικό θεσμό τῆς οἰκογένειας, ἀναδεικνύοντας στό ὄνομα ἑνός μονομεροῦς καί μειοψηφικοῦ «δικαιωματισμοῦ» καινοφανεῖς κοινωνικούς θεσμούς.
Ἡ ἐπίκληση περί ἰσότητας στόν γάμο ἑτερόφυλων καί ὁμόφυλων καί κατ᾽ ἐπέκταση τοῦ ἴδιου δικαιώματος τεκνοθεσίας, παραγνωρίζει τά θεμελιώδη δικαιώματα τῶν παιδιῶν νά ἀνατρέφονται καί νά διαμορφώνονται σ᾽ ἕνα οἰκογενειακό περιβάλλον, πού δέν προκαλεῖ σύγχυση ὡς πρός τήν γονεϊκή ταυτότητα.
Δέν εὐσταθεῖ τό φερόμενο ἐπιχείρημα, ὅτι ἡ θεσμοθέτηση τοῦ πολιτικοῦ γάμου τῶν ὁμόφυλων ζευγαριῶν καί ἡ ἀπ᾽ αὐτήν αὐτοδίκαιη θεσμοθέτηση τοῦ δικαιώματος τῆς τεκνοθεσίας, ἐπιβάλλεται εἴτε ἀπό ὑπερεθνικῆς ἰσχύος Συνθῆκες καί Καταστατικούς Χάρτες, εἴτε ἀπό τό Ἑνωσιακό Δίκαιο, εἴτε ἀπό τό ἰσχῦον Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος. Γι᾽ αὐτό καί ἐναπόκειται σέ κάθε Κράτος, ἀνάλογα μέ τήν πολιτισμική καί κοινωνική του ταυτότητα καί τόν ἀξιακό του πολιτισμό, νά νομοθετήσει ἤ ὄχι ἐλεύθερα γιά τό ζήτημα αὐτό. Καί αὐτό παρατηρεῖται στίς Χῶρες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, ὅπου δέν ὑπάρχει ὁμοιογενής ρύθμιση, ἀλλά στό πλαίσιο τῆς πολυπολιτισμικότητας ὑφίστανται ἔντονες διαφοροποιήσεις. Εὔλογα, ὅμως, προκαλεῖ ἀπορία, γιατί πολλοί ὑποστηρικτές τοῦ «γάμου» τῶν ὁμόφυλων ἐπικαλοῦνται τίς Δυτικοευρωπαϊκές ἀξίες καί τά Εὐρωπαϊκά θέσμια, ὅταν σέ πλεῖστες τῶν ἄλλων περιπτώσεων τίς κατακεραυνώνουν.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐκφράζει τή διαχρονική της ἀλήθεια, ἡ ὁποία δέν διαμορφώνεται μέ ὅρους ἐπικαιρότητας. Σέβεται τό πρόσωπο καί τίς ἐπιλογές τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί δέν ἀπορρίπτει κανένα. Αὐτό,ὅμως, δέν σημαίνει ὅτι ὁ ὁποιοσδήποτε δικαιωματισμός καί τό κάθε κοινωνικό φαινόμενο πρέπει νά καταξιώνεται καί ὡς θεσμός.
Οἱ μόνοι ἁρμόδιοι νά νομοθετοῦν εἶναι ἡ Κυβέρνηση καί ἡ Βουλή τῶν Ἑλλήνων. Ὅμως, ἡ Ἐκκλησία, ὅπως καί κάθε πολίτης, ἔχουν τό συνταγματικό δικαίωμα νά ἐκφράζουν ἐλεύθερα τή θέση τους.